κορωνισταί

κορωνισταί
κορων-ισταί, οἱ,
A singers of the crow-song, title of work by Hagnocles, v. foreg.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κορωνισταί — singers of the crow song masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορωνισταῖς — κορωνισταί singers of the crow song masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορωνιστής — κορωνιστής, ὁ (Α) 1. αυτός που περιφερόταν στους δρόμους με το πτηνό κορώνη, τραγουδώντας επαιτικά άσματα 2. στον πληθ. οἱ κορωνισταί τίτλος έργου τού Αγνοκλέους. [ΕΤΥΜΟΛ. < κορωνίζω «μαζεύω χρήματα γυρίζοντας στις γειτονιές κρατώντας το πτηνό …   Dictionary of Greek

  • κορωνιστάς — κορωνιστά̱ς , κορωνισταί singers of the crow song masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”